Ειδήσεις

Ηρακλής Αθ. Φίλιος: Τα δαιμόνια γνωρίζουν αλλά δεν πιστεύουν


Στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, που θα διαβαστεί την Κυριακή στην εκκλησία, ο Χριστός θεραπεύει τον δαιμονισμένο Γαδαρηνό (Λουκ. 8, 27 – 39). Συμβαίνει όμως κάτι παράδοξο στην ευαγγελική αυτή περικοπή.
Ένα «παράδοξο», που συναντάται στις πρώτες κιόλας γραμμές, έχει να κάνει με τη θεότητα του Χριστού. Συγκεκριμένα, ο δαιμονισμένος αναγνωρίζει στον Υιό του Θεού τη θεότητα. Διαβάζουμε σχετικά: «Τί επεμβαίνεις σ’ εμέ, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου;» (Λουκ. 8, 28). Βλέπουμε πως τα δαιμόνια (Λεγεών) που είχαν κυριεύσει τον άνθρωπο, έχουν επίγνωση ότι αυτός που στέκεται μπροστά τους είναι ο Υιός του Θεού, δηλαδή ο Χριστός. Στην ίδια ομολογία με τα δαιμόνια για τη θεότητα του Χριστού προβαίνει και ο απόστολος Πέτρος (Ματθ. 16, 16).
Γεννιούνται κάποια ερωτήματα. Αφού τα δαιμόνια αναγνώρισαν τον Υιό του Θεού γιατί δεν πίστεψαν σ’ Εκείνον; Γιατί δεν σώθηκαν αφού τον αναγνώρισαν ως Υιό του Θεού; Ποια είναι η διαφορά της ομολογίας του Πέτρου από εκείνη των δαιμονίων αφού παραδέχονται το ίδιο ακριβώς πράγμα; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά εντοπίζεται στη σχέση πίστης και γνώσης. Τα δαιμόνια γνωρίζουν και δέχονται ένα γεγονός. Αυτό της θεότητας του Χριστού. Η γνώση αυτή δεν έχει την προέκταση της στην οντολογική εμβάθυνση του γεγονότος της θεότητας του Χριστού. Είναι μία επιφανειακή παραδοχή, η οποία ξεκινάει από την ομολογία ότι απέναντι τους στέκεται ο Υιός του Θεού, ο Σωτήρας και Λυτρωτής του κόσμου και εκεί η ομολογία αυτή φτάνει στο τέλος της. Δεν έχει καμία προϋπόθεση να εξελιχθεί σε πίστη.
Τα δαιμόνια γνωρίζουν αλλά δεν πιστεύουν. Ο Πέτρος γνωρίζει και πιστεύει. Και εκείνο που σώζει κατά τους λόγους του Χριστού είναι η πίστη, η οποία μεταφράζεται στη θέληση μου να εφαρμόσω κάθε τι εκείνου, στον οποίο πιστεύω. Μπορεί να έχω μία αντίληψη περί ενός γεγονότος ή μιας κατάστασης χωρίς να θέλω να παραδεχτώ (εγωισμός) ή και χωρίς να γνωρίζω (άγνοια) την προέκταση και τη σωτηριώδη σημασία που έχει. Μπορεί όμως να γνωρίζω ένα γεγονός και να πιστεύω στο «είναι» του.
Η στάση των δαιμονισμένων αν μεταφραστεί φιλοσοφικά μοιάζει με την απάντηση του εμπειρικού G. Berkeley στο ερώτημα «αν ένα δέντρο πέσει στο δάσος και δεν είναι κανείς εκεί για να το ακούσει, θα κάνει θόρυβο;» (A Treatise Concerning the Principles of Human Knowledge, 1710). Ο ίδιος φυσικά ως γνήσιος ιδεαλιστής απάντησε «όχι», αμφισβητώντας την ύπαρξη του δέντρου, αφού δεν θα ακουστεί ο θόρυβος από την πτώση του! Ο Berkeley απαντά πως το δέντρο αυτό δεν υπήρξε καν. Είχε γνώση του γεγονότος της ύπαρξης του δέντρου, των πολλών δέντρων, αλλά αν δεν άκουγε τον ήχο από το πέσιμο τους, δεν πίστευε. Επομένως, υπό την προϋπόθεση αυτή, αμφισβητούσε και την ύπαρξη τους!
Επανέρχομαι στα δαιμόνια. Γνωρίζουν πως ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού. Έχουν γνώση της θεότητας, αλλά δεν πιστεύουν, γιατί αν πίστευαν θα είχαν σωθεί. Στη λογική αυτή, παρασύρουν τον άνθρωπο, προχωρώντας παραπέρα. Εργάζονται νυχθημερόν ώστε ο άνθρωπος να μην υποψιαστεί στο ελάχιστο ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού και επομένως να μην έχει τη δυνατότητα να σωθεί. Ο δαιμονισμός σκοτίζει το νου του ανθρώπου, τυφλώνει τα μάτια της ψυχής του, ο νους του δεν κινείται προς το αγαθό, επομένως και η προαίρεση του ανθρώπου πάσχει, όχι όμως η φύση του, αλλά πάσχει το πρόσωπο.
Ο Χριστός γίνεται ο μόνος θεραπευτής του ανθρώπου, θεραπεύοντας τον δαιμονισμένο. Τα δαιμόνια φοβούνται τον Χριστό, γιατί ακριβώς αναγνωρίζουν την εξουσία Του, τη θεία Του δύναμη. Όμως, και είναι τόσο φοβερό όσο το σκέφτομαι, ο ατελεύτητος εγωισμός τους, δεν τα αφήνει να παραδεχτούν την ενεργητική και σωτήρια θεία δύναμη Του και να σωθούν. Αν το παραδέχονταν εξάλλου, θα σώζονταν. Και παρά το γεγονός ότι βιώνουν αυτή τη θεραπεία του δαιμονισμένου, γνωρίζοντας πως ο Χριστός ενεργεί θαυματουργικά και πως η δύναμη τους δεν είναι απεριόριστη αλλά τελειώνει, δεν πιστεύουν στη θεότητα του Χριστού. Μόνο την παραδέχονται.
Να λοιπόν, που η πίστη συνδέεται με τη σωτηρία. Δεν τους σώζει η γνώση. Σώζει όμως η πίστη, αυτή η συνάντηση της ελευθεριακής ομολογίας του «είναι» μου με το πρόσωπο του Θεού. Πρόκειται για μία οντολογική προέκταση της υπαρξιακής μου τοποθέτησης εντός των θείων πραγμάτων, εντός της ίδιας μου της προοπτικής να γίνω χαρισματικά θεός. Τα δαιμόνια γνωρίζουν την ύπαρξη του Θεού, όπως και το γεγονός ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού. Γι’ αυτό και στην ευαγγελική περικοπή λένε διά στόματος του δαιμονισμένου «σε παρακαλώ μη με βασανίσεις», διότι όπως διαβάζουμε «ο Ιησούς είχε διατάξει το πνεύμα το ακάθαρτο να βγει από τον άνθρωπο» (Λουκ. 8, 28 – 29). Δεν πιστεύουν όμως σ’ αυτό που γράφει σε μία επιστολή του ο Μ. Βασίλειος (Επιστολή 235), στις ενέργειες του Θεού, οι οποίες φαίνονται στα δημιουργήματα Του.
Όμως, παρά το γεγονός ότι κι αυτόν τον άνθρωπο θεραπεύει ο Χριστός, το κακό υπάρχει και συνεχίζει να υπάρχει. Βέβαια, ο οπτιμισμός του Γρηγορίου Νύσσης και του Διονυσίου Αρεοπαγίτου μας επιτρέπει να ελπίζουμε. Και να ελπίζουμε καθώς «το κακό είναι ανυπόστατο και έχει την υπόσταση του στο μη ον» κατά Νύσσης, και καθώς «το κακό δεν έχει υπόσταση, αλλά είναι παρυπόσταση» κατά Διονύσιο.
Αν και δεν συμφωνώ με όσα γράφει στο «Κατά Χριστιανών» ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πορφύριος, εντούτοις παραθέτω κάποιους λόγους του, οι οποίοι αναφέρονται στο γεγονός της θεραπείας του δαιμονισμένου και εμπεριέχουν ορισμένους προβληματισμούς σχετικά με την ύπαρξη του κακού και του πόνου στη ζωή μας: «Αφού δεν ελευθερώνει ολόκληρη την υφήλιο από το κακό, παρά διώχνει τους δράστες του κακού από ένα μέρος για να πάνε σε άλλο∙ και αφού άλλους ανθρώπους τους φροντίζει κι άλλους τους παραμελεί, το να καταφύγεις σ’ αυτόν για να σωθείς δεν είναι διόλου ασφαλές. Γιατί ένας που έχει σωθεί, στενοχωρεί έναν μη σωσμένο» (Κατά Χριστιανών, Από τη ζωή και το έργο του Ιησού, III,4).

Ηρακλής Αθ. Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος

Προηγούμενο άρθρο Και στα Τρίκαλα η 11η Ευρωπαϊκή Νύχτα Χωρίς Ατυχήματα
Επόμενο άρθρο Εκπαιδευτικό Σεμινάριο για Εκπαιδευτικούς Α/βάθμιας