Ειδήσεις

Ηρακλής Φίλιος: Εμείς τρώμε τον Θεό μας!


Εν πρώτοις, αναφορικά με τον τίτλο του άρθρου, δημιουργείται στον αναγνώστη η αίσθηση πως η φράση αυτή αποτελεί ύβρη, καθώς προσβάλλει ανερυθρίαστα το πρόσωπο του Θεού. Με άλλα λόγια, πώς τολμά κάποιος να σκεφτεί πως υφίσταται στον άνθρωπο η δυνατότητα να φάει τον Θεό; Μία άλλη αίσθηση, εντοπίζει στη φράση αυτή ένα παράδοξο γεγονός, αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα να συμβεί η βρώση του Θεού από τον άνθρωπο. Στην καλύτερη περίπτωση δε, η φράση αυτή δείχνει να εκφράζει μία υπερβολή. Ίσως για κάποιον άλλον να φανεί ακόμη και αστεία.
Εμείς τρώμε τον Θεό μας. Αν λέγατε κάτι τέτοιο σε έναν νεοπλατωνικό, θα έβγαινε από τα ρούχα του. Αν ο Πλωτίνος για παράδειγμα άκουγε κάτι τέτοιο, θα έλεγε, πώς τολμάτε να εκφέρετε τέτοιο λόγο; Τί σχέση έχει ο Θεός με τον άνθρωπο και γενικά με τον αμαρτωλό κόσμο; Ο Θεός είναι τέλειος, θα συνέχιζε∙ δεν συνδέεται με τον άνθρωπο που είναι γεμάτος από λάθη και αμαρτίες, γεμάτος από το στοιχείο της ατέλειας ως αντίθετο στην τελειότητα του Θεού. Το ίδιο θα έλεγε και ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο, όπου ο Θεός δεν συνδέεται με τον Θεό. Αν βέβαια άκουγε ένας εμπειρικός φιλόσοφος κάτι τέτοιο; Σίγουρα θα σας περνούσε για τρελούς. Ο Berkeley για παράδειγμα, θα σας ζητούσε εκείνη την ώρα να του δείξετε μέσα από την αισθησιοκρατική αντίληψη τον Θεό, αλλά και πώς γίνεται ο άνθρωπος να φάει τον Θεό. Θα σας έλεγε λοιπόν, τί είναι αυτά που λέτε; Μπορείτε εσείς να ψηλαφήσετε τον Θεό; Να Τον δείτε με τα μάτια σας; Να τον αγγίξετε; Δείξτε μου πως τρώτε τον Θεό!
Εμείς τρώμε τον Θεό μας. «Θεόν ἐσθίομεν ἐν μυστηρίῳ», όπως θα έλεγε ο Γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ. Βέβαια, είναι αδύνατο να φας τον ακατάληπτο Θεό. Τρώγεται ο Θεός; Και φυσικά είναι αδύνατο το κτιστό δημιούργημα του Θεού να καταφέρει να χωρέσει μέσα του το άκτιστο. Εδώ λοιπόν, οποιαδήποτε σκέψη λαμβάνει τέλος. Και φυσικά δείχνει να είναι αδύνατο ο άνθρωπος να φάει τον Θεό. Όμως ένας ασκητής, ένας μυσταγωγός της θείας χάριτος, ένας άνθρωπος της ταπείνωσης, της άσκησης, της νίψης, της προσευχής, του φωτισμού, της κάθαρσης του νου, της ερήμου, της ερήμου μέσα στην πόλη, θα διαφωνούσε με το να σταματήσει εδώ η κάθε σκέψη και να μείνει εν τέλει η εντύπωση πως ο Θεός δεν τρώγεται. Για τους περισσότερους; Αυτός ο ασκητής, θα ήταν ένας ακόμη τρελός.
Ο ορθόδοξος τρώει τον Θεό του. Κι αυτό γίνεται στη Θεία Ευχαριστία, όπου δύο στοιχεία της φύσης, στοιχεία του ανθρώπινου μόχθου, το ψωμί και το κρασί, μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα Χριστού διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα ενεργεί εκείνη την ώρα. Τρώμε τον Θεό μας στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας! Ο μουσουλμάνος δεν μπορεί να φάει τον Θεό. Στο ίδιο αδιέξοδο βρίσκεται ο βουδιστής, ο ινδουιστής, αλλά και άλλες χριστιανικές ομολογίες.
Στον Κανόνα, που διαβάζεται μετά από το Μικρό Απόδειπνο και την προηγούμενη της Θείας Μετάληψης, διαβάζουμε τα εξής: «Καθώς προέφης, Χριστέ, γενέσθω δή τῷ εὐτελεῖ δούλῳ σου· καί ἐν ἐμοί μεῖνον ὡς ὑπέσχου· ἰδού γάρ τό Σῶμα τρώγω σου τό θεῖον καί πίνω τό Αἷμά σου» (Ωδή ε’). Στον δε ευαγγελιστή Ιωάννη, διαβάζουμε τα λόγια του Ίδιου του Χριστού: «Ἐάν μή φάγητε τήν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί πίητε αὐτοῦ τό αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς. Ὁ τρώγων μου τήν σάρκαν καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ιω. 6, 53-54).
Αν ο ανθρώπινος νους σταθεί για λίγο στα παραπάνω λόγια του Χριστού αλλά και στα λόγια του Κανόνα, θα βρεθεί ενώπιον μιας πράξης που αφενός με δηλώνει το αδύνατο, αφετέρου δε είναι γεμάτη από άπειρη φιλανθρωπία. Ο Θεός δίνεται στον άνθρωπος. Αυτή η λέξη «δωρεά» πόσο συντρίβει το δικαιικό, ηθικιστικό και ευσεβιστικό στοιχείο μέσα στην εκκλησία. Κανείς δεν είναι άξιος να φάει τον Χριστό, ακόμη κι αν μετανοήσει για τις αστοχίες του, ακόμη κι αν νηστέψει, ακόμη κι αν εξομολογηθεί στο πετραχήλι του πνευματικού. Οντολογικά δεν είναι και ποτέ δεν θα είναι έτοιμος να δεχτεί το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Κανείς και ποτέ δεν μπορεί, να προσέλθει στη Θεία Ευχαριστία, κρατώντας στα χέρια του πιστοποιητικά καθαρότητας. Κανείς δεν είναι έτοιμος, ακόμη κι αν έχει ετοιμαστεί κατάλληλα.
Ενδεικτικοί είναι οι λόγοι των Πατέρων της εκκλησίας, οι οποίοι γράφουν στην ακολουθία της Θείας Μετάληψης, σχετικά με την αναξιότητα του ανθρώπου να λάβει Σώμα και Αίμα Χριστού. Ο Μ. Βασίλειος γράφει λοιπόν: «Οἶδα, Κύριε, ὅτι ἀναξίως μεταλαμβάνω τοῦ ἀχράντου σου Σώματος καί τοῦ τιμίου σου Αἵματος καί ἔνοχός εἰμι καί κρῖμα ἐμαυτῷ ἐσθίω καί πίνω» (Ευχή Β’). Ο Ιωάννης Χρυσόστομος: «Οὔκ εἰμι ἱκανός, Δέσποτα Κύριε, ἵνα εἰσέλθῃς ὑπό τήν στέγην τῆς ψυχῆς μου· ἀλλ᾿ ἐπειδή βούλει σύ, ὡς φιλάνθρωπος, οἰκεῖν ἐν ἐμοί, θαῤῥῶν προσέρχομαι» (Ευχή Δ’). Και ο Ιωάννης Δαμασκηνός: «Πρό τῶν θυρῶν τοῦ ναοῦ σου παρέστηκα καί τῶν δεινῶν λογισμῶν οὐκ ἀφίσταμαι» (Ευχή Θ’).
Αυτή η πρωτοβουλία, της βρώσης του Σώματος και της πόσης του Αίματος του Χριστού, δεν είναι μία ακόμη θεοκτονία. Αποτελεί ύψιστη δωρεά του Θεού στον άνθρωπο. Η πρωτοβουλία αυτή λοιπόν, δεν ανήκει στον άνθρωπο, αλλά στον Θεό. Σηματοδοτεί την πιο ισχυρή και απόλυτη κατάφαση του άπειρου και ακατάληπτου Θεού στην ανθρωπινότητα, η οποία αν και προσέβαλε τον Θεό, ελκύει το έλεος Του, τρώγοντας τον Θεό. Και το δικαίωμα αυτό, το δίνει ο Θεός, για να αφεθούν οι αμαρτίες του ανθρώπου και για να έχει αιώνια ζωή.

Ηρακλής Αθ. Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος
(iraklisf@theo.auth.gr)

Προηγούμενο άρθρο Τροχονομικές δράσεις της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλίας
Επόμενο άρθρο Διανομή τροφίμων από τον Δήμο Πύλης