Οι «υπηρέτες» του κλεπτοκρατισμού στην Ελλάδα – Γράφει ο Γ. Παπασίμος


Tags |

Το σλόγκαν «ναι στους άριστους όχι στους αρεστούς», που χρησιμοποίησε ο Γιώργος Παπανδρέου πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση της Xώρας, απαντά με σαφήνεια στο ζητούμενο, για μια αποτελεσματική και δημοκρατική κρατική μηχανή, που παραμένει για την Ελλάδα 50 χρόνια μετά «όνειρο θερινής νυκτός».
Η «άλωση» του Κράτους από τον κόσμο της εργασίας και η εγκαθίδρυση ενός άλλου μοντέλου διοίκησης αποτελούσε ανέκαθεν στρατηγικό στόχο της Αριστεράς (με βίαιη κατάλυση του πρότερου συστήματος εξουσίας, κατά την «γιακωβίνικη» αντίληψη ή με τη δημιουργία ενός Κράτους Δικαίου, μέσα από δομικές μεταρρυθμίσεις).
Το βασικό σλόγκαν της Αριστεράς, η αξιοκρατία, αποδεικνύεται τελικά μια δύσκολη υπόθεση, που η σημερινή κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί. Η «έφοδος στα ανάκτορα» και η ανάληψη της εξουσίας αποδεικνύεται πως δεν αρκεί, για να αλλάξεις τους όρους του … παιχνιδιού, αφού η «εργαλειακή» αντίληψη περί του αστικού Κράτους, όπως ανέλυσε ο Νίκος Πουλαντζάς, έχει οδηγήσει πάμπολλες προ9σπάθεις στο παρελθόν, από διάφορα σοσιαλιστικά κόμματα, σε αποτυχία.
Από τη Μεταπολίτευση και μετά, τα κόμματα εξουσίας του δικομματισμού δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν υποδομές ανάλογες με εκείνες των προηγμένων Ευρωπαϊκών Κρατών, επιφέροντας πλήγματα στην «παρασιτική», «κλεπτοκρατική» οικονομική ολιγαρχία που καπηλευόταν τη Χώρα και είχε δημιουργήσει το «δικό της» Κράτος, αφού μετατράπηκαν σταδιακά σε «σάρκα εκ της σαρκός» αυτής.
Ειδικά αυτό αφορά το ΠΑ.ΣΟ.Κ., που το 1981 ανήλθε στην εξουσία, προβάλλοντας προοδευτικά συνθήματα και το χρόνιο αίτημα της αποκατάστασης ενός Κράτους Δικαίου, πλην όμως, όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκε σ’ αυτό το μεγάλο αίτημα, αλλά κατέληξε σε μια παραλλαγή του προηγούμενου «γαλάζιου» Κράτους, δομώντας, τελικά, το σημερινό «κλεπτοκρατικό» ,σύστημα στην ύστερη περίοδο της Μεταπολίτευσης.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, προκειμένου να θεμελιώσει ένα νέο, «πειθήνιο» μοντέλο εξουσίας, «δανείστηκε» στελεχιακό δυναμικό και από ένα κομμάτι της παραδοσιακής Αριστεράς, το οποίο και «εγκατέστησε» στις υπηρεσίες του Κράτους. Μια κάστα ανθρώπων, δηλαδή, που αφομοιώθηκε, πριν τελικά αυτονομηθεί (!!), στρεφόμενη σε βάρος αυτών, που την «ευεργέτησε», που έμαθε εκ των ένδον τα «μυστικά» της γραφειοκρατίας και τα χρησιμοποιεί, τελικά, για ίδιον όφελος, σε βάρος της Χώρας.
Με τα χρόνια, αυτά τα κρατικά στελέχη ταυτίστηκαν με τις δομές και τον τρόπο λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης και αποτέλεσαν «Κράτος εν Κράτει», ένα ιδιότυπο σώμα «πραιτωριανών» χωρίς καμία ηθική και χωρίς το «προσωπείο» των εκπροσώπων μιας συγκεκριμένης πολιτικής ιδεολογίας. Και δεν ήταν μόνο οι σύμβουλοι και οι τεχνοκράτες, που καλούνταν κάθε φορά να λύσουν τον «άλυτο γόρδιο δεσμό» του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης, αλλά και το προσωπικό στις υψηλότερες βαθμίδες, που δεν μετακινείτο απαραίτητα με την όποια κυβερνητική αλλαγή, καθώς δεν είχε την ετικέτα του «κομματόσκυλου» και πολύ εύκολα αναλάμβανε και νέους ρόλους, έπειτα από την οποιαδήποτε αλλαγή σε επίπεδο Υπουργείου ή Γραμματείας. Είναι, τελικά, αυτό το σώμα ένα από τα βασικά «εργαλεία» υπηρέτησης του «κλεπτοκρατισμού» στην Ελλάδα.
Αυτή την «ομάδα» χρησιμοποίησαν όλες οι κυβερνήσεις, χωρίς να αποτελεί εξαίρεση και αυτή των ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ.
Ο Καρλ Μαρξ είχε εύστοχα επισημάνει τον ρόλο των διανοουμένων και την προσκόλλησή τους στην εξουσία, αλλά δεν είναι μόνο αυτοί που συνιστούν μια ομάδα – ιδεολογικό «όπλο» μιας νέας πολιτικής κάστας. Κρίσιμο ζήτημα αποτελεί η «εργαλειακή» αντίληψη περί της λειτουργίας του Κράτους, η οποία, πλέον, συνιστά προφανή ιδεοληψία, ότι δηλαδή, με την ανάληψη της εξουσίας και την τοποθέτηση κάποιων προσώπων, που, πολλές φορές, δεν αντέχουν στην αξιοκρατική λογική, θα μπουν αυτομάτως σε διαδικασία δημιουργικής επαναλειτουργίας οι μηχανισμοί του Κράτους.
Κάποτε ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πει πως όλο το κοινωνικό σύστημα λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να καθυποτάσσει τα «ελεύθερα» μυαλά και προς τούτο χρησιμοποιούσε κάθε μέσον: Από τους καταπιεστικούς μηχανισμούς (Κράτος, Εκκλησία, Εκπαίδευση) έως … Ακαδημίες και επίσημους Οργανισμούς με την θέσπιση τιμητικών θέσεων και … βραβεύσεων.
Δυστυχώς και η τωρινή κυβέρνηση ακολούθησε την πεπατημένη. Δεν κατόρθωσε να «δει» τα στεγανά και τις γραφειοκρατικές διαβαθμίσεις στη λειτουργία του Κράτους. Να αντιληφθεί πως η διαφθορά και η διαπλοκή δεν ήταν «φαντάσματα», που θα παρέλυαν με αριστερά «ξόρκια», αλλά συγκεκριμένοι θεσμοί και νομικές διατάξεις, περίτεχνα διατυπωμένες, που θα μπορούσαν να καταλυθούν μόνο με «επαναστατικές» δομικές μεταρρυθμίσεις και δημιουργία νέων αξιοκρατικών θεσμών υπό λαϊκό έλεγχο.
Μάλιστα, εξαιτίας άτυχων, «χτυπητών» συμβολικών περιπτώσεων στελέχωσης του κρατικού μηχανισμού, έχει χάσει το «ηθικό πλεονέκτημα» του αριστερού λόγου και της οφειλόμενης πράξης, που είναι η πολιτική αξιοκρατία και η υλοποίηση της συνθήματος «ναι στους άριστους, όχι στους αρεστούς».